Ο Ιωάννης ο Χρυσόστομος γράφει: «Τι λοιπόν είναι η ελπίδα; Το να έχει κανείς εμπιστοσύνη στα μελλοντικά. Άλλωστε τι αξιόλογο ζητάει από σένα ο Θεός, που σου δίνει ο ίδιος ολοκληρωμένα τα αγαθά από τα αποθέματά του; Ένα μόνο ζητάει από σένα, ελπίδα, για να μπορείς κι εσύ ο ίδιος να συνεισφέρεις στη δική σου σωτηρία. Κάνοντας λοιπόν υπαινιγμό σ’ αυτό ακριβώς, πρόσθεσε: “Κι αν ελπίζουμε σε κάτι που δεν το βλέπουμε, αυτό σημαίνει πως το προσμένουμε με υπομονή”. Γιατί όπως αυτόν που κοπιάζει και καταπονείται και υπομένει αναρίθμητες ταλαιπωρίες, έτσι ο Θεός επιβραβεύει και αυτόν που ελπίζει· γιατί η λέξη “υπομονή” είναι λέξη που δηλώνει ιδρώτες και μεγάλη καρτερικότητα. Ωστόσο κι αυτήν τη χάρισε σ’ αυτόν που ελπίζει, για να παρηγορήσει την αποθαρρυμένη ψυχή».
Μια προσωπική ιστορία
Όσο ακόμη πήγαινε στο λύκειο, ένας νεαρός που έπασχε από αιμοφιλία προσβλήθηκε από τον ιό HIV και από ηπατίτιδα C από μολυσμένη ποσότητα μεταγγισμένου αίματος. Μετά από μερικά χρόνια, στα δεκαεννιά του, γνωρίζοντας ότι ο θάνατος ήταν κοντά, αξιοποίησε τα υπόλοιπα χρόνια του ταξιδεύοντας σε διάφορα πανεπιστήμια, μιλώντας στους φοιτητές και λέγοντάς τους τι έμαθε σχετικά με μια ζωή γεμάτη ελπίδα και ειρήνη μέσα σε εξαιρετικά δύσκολες συνθήκες. Πολλοί από τους φοιτητές που τον άκουσαν επηρεάστηκαν ουσιαστικά και βιωματικά από την αληθινή του ιστορία για την ελπίδα και την αγάπη του Θεού. Σε μια ομιλία που έκανε σε ένα πανεπιστήμιο είπε, μεταξύ άλλων, τα εξής:
«Πριν από μερικά χρόνια ένα πλοίο του Πολεμικού Ναυτικού έπλεε σε κάποια απόσταση από μια ακτή μέσα σε πολύ πυκνή ομίχλη. Τη νύχτα ο σκοπός είδε σε απόσταση ένα φως, και αμέσως ενημέρωσε τον καπετάνιο: “Υπάρχει ένα φως που έρχεται κατευθείαν επάνω μας, τι να κάνω;” Ο καπετάνιος του είπε να στείλει ένα φωτεινό μήνυμα στο πλεούμενο, διατάζοντάς το να αλλάξει πορεία. Το πλεούμενο απάντησε: “Όχι, εσείς αλλάξτε πορεία”. Ξανά ο καπετάνιος έβαλε τον σκοπό να διατάξει το ερχόμενο πλοίο να αλλάξει πορεία άμεσα. Ξανά η απάντηση ήταν: “Όχι, εσείς αλλάξτε πορεία”. Σε μια τελευταία προσπάθεια, ο σκοπός έστειλε το μήνυμα: “Εδώ καπετάνιος φρεγάτας του Πολεμικού Ναυτικού, αλλάξτε αμέσως πορεία”. Η απάντηση ήταν: “Όχι, εσείς αλλάξτε πορεία. Εδώ φάρος”.
Αυτή η ιστορία δείχνει πώς εμείς ως άνθρωποι αντιμετωπίζουμε τον πόνο και τα βάσανα. Πάντα θέλουμε οι συνθήκες γύρω μας να αλλάξουν πορεία, αντί εμείς να αλλάξουμε του εαυτούς μας, ώστε να μπορούμε να αντιμετωπίσουμε αυτές τις συνθήκες. Η ζωή μου είναι ένα απτό παράδειγμα αυτής της προσέγγισης.
Γεννήθηκα με αιμοφιλία, μια διαταραχή στο αίμα που κάνει τα κόκαλα και τις αρθρώσεις μου να πρήζονται χωρίς λόγο. Η αιμοφιλία αντιμετωπίζεται με μια πρωτεΐνη που συγκεντρώνεται από διαφορετικά δείγματα αίματος. Κάποια στιγμή, ανάμεσα στο 1980 και το 1983, κάποιος από του δότες στα δικά μου δείγματα προσβλήθηκε από τον ιό HIV. Ως αποτέλεσμα, το φάρμακο που έλαβα από αυτά τα δείγματα ήταν μολυσμένο από τον ιό HIV. Λίγο αργότερα κόλλησα και ηπατίτιδα C με τον ίδιο τρόπο.
Δεν μου είχαν πει ότι ήμουν θετικός στον HIV μέχρι πολύ αργότερα, στο δεύτερή μου χρονιά στο λύκειο. Όταν μου το είπαν, η αρχική αντίδραση μου ήταν αυτή που συνηθίζεται, όταν αντιμετωπίζουμε κάτι που δεν μπορούμε να αντέξουμε. Απλά αρνιόμουν ότι ήμουν θετικός στον HIV, και προσπάθησα να προσποιηθώ ότι δεν υπήρχε. Ο HIV δεν πονούσε σαν την αιμοφιλία. Με την αιμοφιλία, όταν οι αρθρώσεις και οι μύες πρήζονται, πονάει πάρα πάρα πολύ. Αλλά ο HIV δεν έχει εμφανή εξωτερικά συμπτώματα. Δεν το εντόπιζες εύκολα, κι έτσι ήταν πολύ απλό να προσποιηθείς ότι δεν υπήρχε. Με αυτόν τον τρόπο το αντιμετώπισαν και οι γονείς μου. “Δείχνεις καλά, δείχνεις εντάξει, άρα πρέπει να είσαι και εντάξει”, είπαν.
Ωστόσο οι κίνδυνοι της άρνησης είναι πάρα πολύ αληθινοί. Αν είχα συνεχίσει να αρνούμαι το γεγονός ότι ήμουν θετικός στον HIV, μπορεί να μην είχα πάρει τις σωστές προφυλάξεις σε μικρά κοψίματα στα δάχτυλα και σε παρόμοιες αμυχές, μπορεί να είχα βλάψει σοβαρά άλλους, ή ακόμα και να είχα γίνει αιτία θανάτου για κάποιον. Αλλά οι κίνδυνοι και για τον εαυτό σου, όταν αρνείσαι κάτι σαν αυτό, είναι επίσης πολύ μεγάλοι και οδυνηροί. Όταν καταπιέζεις κάτι τέτοιο για τόσο καιρό, και προσπαθείς να προσποιηθείς ότι δεν υπάρχει, αυξάνεται. Και τελικά εκρήγνυται.
Μπορούσα να αρνηθώ ότι ήμουν θετικός στον HIV για περίπου τρία χρόνια. Την τελευταία μου χρονιά στο λύκειο, όμως, αρρώστησα πάρα πολύ. Άρχισα να παρουσιάζω συμπτώματα της αρρώστιας. Τα Τ-λεμφοκύτταρα είναι τα λευκά αιμοσφαίρια που καταπολεμούν τη μόλυνση, και ο αριθμός τους είναι αυτός που σου λέει αν είσαι θετικός στον HIV και αν έχεις AIDS. Όταν τα Τ-λεμφοκύτταρα πέσουν κάτω από τα 200, θεωρείσαι ότι έχεις προχωρημένο AIDS. Ο δικός μου αριθμός Τ-λεμφοκυττάρων ήταν 213, και έπεφτε. Ήμουν πολύ πολύ άρρωστος και πολύ χλωμός, και δεν μπορούσα να φάω. Δεν μπορούσα πια να προσποιούμαι ότι ο HIV/ AIDS που είχα δεν ήταν αληθινός — Ήταν πάρα πολύ αληθινός.
Η άρνηση δεν ήταν πια μια επιλογή, και έτσι έπρεπε να βρω έναν νέο τρόπο να αντιμετωπίσω ό,τι περνούσα. Το πρώτο πράγμα που έκανα ήταν να κατηγορήσω κάποιον. Νόμιζα ότι θα ένιωθα καλύτερα, αν κάποιος ερχόταν σ’ εμένα και μου έλεγε: “Φίλε, είναι δικό μου το λάθος. Συγγνώμη”. Έτσι στην αρχή αποφάσισα να κατηγορήσω ολόκληρη την ομοφυλοφιλική κοινότητα. Εύκολη λύση. Αλλά όταν το ξανασκέφτηκα, κατάλαβα ότι ήταν ανόητο να κατηγορώ μια ολόκληρη ομάδα ανθρώπων για το δικό μου πρόβλημα. Μετά αποφάσισα να κατηγορήσω τον Θεό. Δεν πίστευα στον Θεό τότε, αλλά σκέφτηκα ότι, αν κάποιος έλεγχε την κατάσταση, θα ήταν ο Θεός. Έτσι άρχισα να κατηγορώ τον Θεό.
Όταν προβάλλεις κάπου τον πόνο σου, αυτό οδηγεί σε θυμό, και τελικά καταλήγει σε ξεσπάσματα οργής. Έτσι άρχισα να αντιμετωπίζω ό,τι συναντούσα νευριάζοντας. Όποτε κάποιος έλεγε κάτι που με ενοχλούσε, ξεσπούσα πάνω του. Χτυπούσα στους τοίχους. Κατέστρεφα το δωμάτιό μου. Και άλλα παρόμοια. Τελικά κατάλαβα ότι ο θυμός έχει την ιδιότητα να θολώνει το μυαλό σου και να σε εμποδίζει από το να ενεργείς λογικά. Το χειρότερο είναι ότι στη συνέχεια πληγώνεις αυτούς που αγαπάς. Ένας καλύτερος τρόπος για να αντιμετωπίσεις τον πόνο είναι να κλαις, γιατί δεν βλάπτεις κανέναν, και επιπλέον σε βοηθάει να νιώθεις καλύτερα.
Κάποια μέρα ήμουν στο δωμάτιο μου, και βρισκόμουν σε άθλια κατάσταση. Ήμουν πολύ άρρωστος, και είχα χάσει πάρα πολύ βάρος. Φώναζα, έβριζα τον Θεό, χτυπούσα τους τοίχους του δωματίου μου, όταν ο πατέρας μου μπήκε στο δωμάτιο και έκλεισε την πόρτα πίσω του. Ο πατέρας μου βρισκόταν σε απεξάρτηση από το αλκοόλ. Μέσα στους Ανώνυμους Αλκοολικούς έμαθε για μία Ανώτερη Δύναμη, έμαθε για τον Θεό. Ο πατέρας μου με κοίταξε και μου είπε: “Παιδί μου, ξέρεις ότι δεν μπορώ να σε βοηθήσω. Οι γιατροί σου δεν μπορούν να σε βοηθήσουν. Η μητέρα σου δεν μπορεί να σε βοηθήσει. Δεν μπορείς ούτε εσύ να βοηθήσεις τον εαυτό σου. Ο μόνος που μπορεί να σε βοηθήσει τώρα είναι ο Θεός”. Και βγήκε από το δωμάτιό μου κλείνοντας πίσω του την πόρτα.
Πριν από λίγο έβριζα τον Θεό, κι έτσι δεν ένιωθα πως ήμουν σε θέση να ζητήσω τη βοήθειά Του. Αλλά να που δεν είχα άλλη επιλογή. Έπεσα στα γόνατα, και με δάκρυα στα μάτια είπα: “Εντάξει, Θεέ, αν είσαι εκεί, βοήθησε με”. Λοιπόν, μέσα σε πολύ λίγο χρόνο ξαναέβαλα το βάρος που είχα χάσει, και τα Τ-λεμφοκύτταρα μου ανέβηκαν στα 365, κάτι που ήταν αρκετά καλό. Και ένιωσα υπέροχα. Απλά ένιωσα υπέροχα. Και σκέφτηκα: “Εντάξει, Θεέ, σ’ ευχαριστώ. Ήταν πολύ καλό αυτό που έκανες. Αντίο”.
Τελείωσα το σχολείο, και έφυγα για σπουδές. Στις εξετάσεις του κολλεγίου, πριν ξεκινήσει το πρώτο έτος, γνώρισα τον συγκάτοικο μου. Μόλις τελείωσα ένα διαγώνισμα, ένα ψηλό, ξερακιανό, ξανθό παιδί στεκόταν εκεί. Και μου είπε: “Εσύ μοιάζεις καλό παλικάρι. Θα ήθελες να γίνουμε συγκάτοικοι;” Τότε σκέφτηκα “Εσύ μάλλον δεν θα θέλεις”, αλλά απάντησα: “Φυσικά”. Γίναμε συγκάτοικοι, και μάλιστα γίναμε οι καλύτεροι φίλοι. Ανακάλυψα πως ήταν συνειδητός χριστιανός. Μέχρι τότε είχα μία διαφορετική εικόνα για το πώς είναι ένας χριστιανός. Για μένα η λέξη χριστιανός δήλωνε κάποιον που είναι υποκριτής, συντηρητικός και επικριτικός. Αυτά χαρακτήριζαν έναν χριστιανό για μένα. Αλλά ο συγκάτοικός μου ήταν διαφορετικός.
Ο συγκάτοικος και φίλος μου είχε προβλήματα δυσλεξίας. Παρατήρησα πως, όταν μελετούσε και έφτανε σε ένα σημείο που απογοητευόταν – το σημείο όπου εγώ θα χτυπούσα τοίχους και θα κατέστρεφα πράγματα –, αυτός σταματούσε, έκλεινε τα μάτια του, έκανε μια προσευχή, έπαιρνε μια ανάσα και συνέχιζε το διάβασμα. Αυτή η συμπεριφορά με έκανε να σκάω. “Πως είναι δυνατόν να μην σπας κάτι; Πρέπει να σπάσεις κάτι”, σκέφτηκα. Πραγματικά με εντυπωσίαζε το γεγονός ότι μπορούσε να φερθεί έτσι.
Με κάλεσε να πάμε σε μια εκδρομή στην παραλία. Καθώς ήμασταν εκεί, άρχισε να μιλάει σε ένα παιδί που καθόταν δίπλα μας. Στην αρχή μιλούσαμε για συνηθισμένα πράγματα. Μετά ο φίλος μου αποφάσισε να προχωρήσει σε βαθιά και βαριά ζητήματα. Δεν ήθελα να πάρω μέρος στη συζήτηση. Είχα αρκετά προβλήματα να αντιμετωπίσω. Είναι σκληρό να ξέρεις ότι πεθαίνεις σε τόσο μικρή ηλικία, και ειλικρινά δεν ήθελα να συζητήσω με έναν ξένο στην παραλία για τέτοια θέματα, γι’ αυτό και αποσύρθηκα ευγενικά από τη συζήτηση. Αυτοί συνέχισαν να μιλάνε, και κατέληξαν στο σημείο όπου ο φίλος μου προσπαθούσε να εξηγήσει τι πιστεύει ως συνειδητός χριστιανός. Καθώς δεν είχα μια ξεκάθαρη εικόνα για το πώς είναι ένας συνειδητός χριστιανός, άρχισα να ακούω προσεκτικά τι έλεγε ο φίλος μου.
Δεν ξέρω αν μπορώ να το αναπτύξω τόσο καλά όσο το ανέπτυξε αυτός, αλλά είπε περίπου τα εξής: “Πιστεύω στον Θεό, προφανώς. Και πιστεύω πως ο Θεός μάς δημιούργησε για να έχουμε βιωματική σχέση μαζί Του. Αλλά συχνά δεν θέλουμε να είμαστε σε αυτή τη σχέση, και έτσι Τον διώχνουμε μακριά. Αυτή την απομάκρυνση του Θεού από κοντά μας, που εμείς την προκαλούμε, αυτή την επανάσταση – είτε είναι ενεργητική επανάσταση εναντίον Του είτε είναι απλά παθητική αδιαφορία – η Αγία Γραφή την αποκαλεί “αμαρτία”. Δεν μου αρέσει η λέξη “αμαρτία”, γι’ αυτό το σκέφτομαι ως “η απομάκρυνση του Θεού από τη ζωή μου”. Και επειδή το κάναμε αυτό, ενώ ήμασταν φτιαγμένοι να ζούμε έχοντας βιωματική σχέση μαζί Του, υπάρχει μία ποινή. Η ποινή για την επανάστασή μας είναι ο θάνατος. Πεθαίνουμε. Και υπάρχει και ένας πνευματικός θάνατος, το να είμαστε χωρισμένοι από τον Θεό”.
Τότε ξαναμπήκα στη συζήτηση λέγοντας: “Μα ο Θεός μάς αγαπάει”. Και αυτός είπε: “Ναι, αλλά ο Θεός είναι και δίκαιος. Αγάπη χωρίς δικαιοσύνη δεν μπορεί να υπάρξει”. Αυτό δεν μου ακούστηκε και πολύ λογικό. Έτσι, μου είπε: “Φέρε στο μυαλό σου το άτομο για το οποίο νοιάζεσαι πιο πολύ από όλους στον κόσμο, το άτομο για το οποίο θα έδινες αμέσως τη ζωή σου. Τώρα σκέψου εσένα να διώχνεις μακριά αυτό το άτομο, και να κάνεις πολύ καιρό να το δεις. Μια μέρα βλέπεις αυτό το άτομο 50 μέτρα μακριά σου, και πηγαίνεις τρέχοντας προς το μέρος του με ανοιχτή την αγκαλιά, αλλά αυτό σε σταματάει, και σου λέει: «Όχι, εσύ με έδιωξες. Το ξέχασες;» Τώρα φέρε στο μυαλό σου εσένα να διώχνεις τον Θεό, την μεγαλύτερη αγάπη του σύμπαντος”.
Και αμέσως σκέφτηκα: “Αυτό δεν είναι καθόλου καλό”. Και εκείνος μου είπε: “Ευτυχώς η ιστορία δεν τελειώνει εδώ. Ο Θεός μάς αγαπάει τόσο πολύ και ενδιαφέρεται τόσο πολύ για μας, που αποφάσισε να πληρώσει αυτός την ποινή μας. Έστειλε τον Υιό Του, τον Ιησού, να πεθάνει στον σταυρό, στη θέση μας. Και επειδή ο Ιησούς, ο ενσαρκωμένος Θεός, έζησε μια ζωή χωρίς καμία αμαρτία, είχε τη δυνατότητα να εξαγοράσει την ποινή κάποιου άλλου. Και πλήρωσε για μας”.
Και συνέχισε: “Μετά από τρεις ημέρες ο Ιησούς αναστήθηκε από τους νεκρούς. Νίκησε τον πνευματικό θάνατο, και μας προσφέρει την αιώνια ζωή. Τώρα, μετά τον θάνατό μας, μπορούμε να ξοδέψουμε μια αιωνιότητα με την μεγαλύτερη αγάπη του σύμπαντος”.
“Εντυπωσιακό”, είπα. “Αλλά”, μου απάντησε, “το θέμα είναι πως, αν και μας τα προσέφερε όλα αυτά και πλήρωσε την ποινή μας, αν δεν δεχτείς αυτή την προσφορά… λοιπόν, είναι στο χέρι σου”. Δεν το είχα καταλάβει καλά ακόμη, και ευτυχώς ούτε και το άλλο παιδί το είχε καταλάβει. Έτσι, ο φίλος μου είπε: “Εντάξει, φαντάσου πως οδηγείς σ’ αυτόν τον δρόμο. Πηγαίνεις με 130 και το όριο είναι 50. Και καθώς διασχίζεις τον δρόμο, σε σταματάει ένας αστυνομικός λίγο πιο κάτω, και σου κόβει μια κλήση. Για να πληρώσεις την κλήση πρέπει να πας την επόμενη μέρα στο δικαστήριο. Και καθώς μπαίνεις στην αίθουσα του δικαστηρίου, κοιτάς επάνω και βλέπεις πως ο δικαστής είναι ο πατέρας σου. Και σκέφτεσαι «Έι, αυτός είναι ο μπαμπάς μου». Σε κοιτάει και ξεκινάει: «Παιδί μου, παράκουσες τον νόμο;». Κι εσύ απαντάς: «Ναι». Κι εκείνος λέει : «Εντάξει, 500 ευρώ πρόστιμο ή δύο μέρες φυλάκιση». Και η δίκη ολοκληρώνεται. Ο πατέρας σου είναι δίκαιος, και πρέπει να επιβάλλει την ποινή. Αλλά μετά κατεβαίνει από την έδρα, βάζει το χέρι του στην τσέπη και σου δίνει 500 ευρώ. Επειδή σε αγαπάει, θα πληρώσει την ποινή σου. Αλλά πρέπει να αποδεχτείς την πληρωμή. Αυτός στέκεται εκεί με 500 ευρώ στο χέρι και σου λέει «Ορίστε». Παρόμοια, και στον Θεό μπορείς να απαντήσεις «Όχι, ευχαριστώ. Θα περάσω την αιωνιότητα μου μακριά σου». Είναι δική σου η απόφαση”.
Ο φίλος μου είπε πως ο τρόπος να δεχτώ την προσφορά είναι η προσευχή. Είπε: “Απλά δέχεσαι την πληρωμή της ποινής από τον Θεό. Είναι η χάρη του Θεού. Δεν χρειάζεται να κάνεις κάτι για να την κερδίσεις. Είναι απλά ένα δώρο από τον Θεό”. Αυτή ήταν η πρώτη φορά που άκουγα για τη χάρη του Θεού. “Είναι ένα δώρο που δέχεσαι με πίστη, μέσω της προσευχής”, είπε. Και ο φίλος μου προσφέρθηκε να προσευχηθεί μαζί με το άλλο παιδί. Και καθώς αυτοί προσεύχονταν δυνατά, εγώ προσευχήθηκα από μέσα μου.
Από εκείνη τη στιγμή η ζωή μου πήρε μία άλλη όψη. Δεν χρειαζόταν πια να ανησυχώ, κάθε φορά που έπεφτα στο κρεβάτι για ύπνο, αν θα είμαι ζωντανός την επόμενη μέρα. Δεν χρειαζόταν πια να φοβάμαι μην πεθάνω, γιατί ο θάνατος δεν θα τελείωνε σε μία μαυρίλα, στο σκοτάδι. Τώρα, όταν θα πεθάνω, θα ξοδέψω μια αιωνιότητα, για πάντα, με τη μεγαλύτερη αγάπη του σύμπαντος. Ήταν τόσο απελευθερωτικό αυτό.
Οι γονείς μου δέχτηκαν και αυτοί τον Ιησού Χριστό ως σωτήρα τους. Προσευχήθηκαν στον Θεό, όπως έκανα κι εγώ. Και οι δικές τους ζωές πήραν επίσης μια άλλη όψη. Είναι απίθανο το ότι με άφηναν να ταξιδέψω μακριά τους, αν και ήξεραν πως ίσως έχω ακόμη μόνο έξι μήνες ζωή. Και μπορείς να φανταστείς πόσο δύσκολο ήταν γι’ αυτούς να κάθονται με σταυρωμένα τα χέρια και να βλέπουν τον γιο τους να πεθαίνει μπροστά τους. Δεν υπήρχε τίποτε που να μπορούσαν να κάνουν. Αλλά ο μόνος λόγος που μπορούσαν να το αντιμετωπίσουν, και ο μόνος λόγος που εγώ μπορώ να το διαχειριστώ, είναι επειδή έχουμε τον Χριστό στις ζωές μας.
Μπορώ να σου δώσω την ευκαιρία να δεχτείς την πληρωμή της ποινής από τον Θεό για σένα; Αν γνώριζες τη θεραπεία για το AIDS, είμαι σίγουρος πως θα μου την προσέφερες. Αυτό που ξέρω εγώ, είναι το πώς να κερδίσεις την αιωνιότητα, που είναι δώρο από τον Θεό. Έτσι, προσπαθώ να σου το προσφέρω. Αν περνάς μέσα από κάποια δυσκολία, την οποία δεν μπορείς να χειριστείς μόνος σου, και θα ήθελες να έχεις κάποιον που θα στέκεται στο πλάι σου και θα σε στηρίζει, όταν όλος ο κόσμος σε κλωτσάει και σε μαχαιρώνει πισώπλατα, τότε σου ζητάω να κάνεις αυτή την προσευχή μαζί μου τώρα. Δεν πρόκειται για μια τελετουργία. Και δεν είναι μια συναισθηματική αντίδραση ή κάτι παρόμοιο. Είναι το ξεκίνημα μιας βιωματικής σχέσης με τον Θεό. Και, όπως όλες οι σχέσεις, χρειάζεται χρόνο. Θέλει προσπάθεια. Αλλά σε παροτρύνω: αν νιώθεις πως πραγματικά έχεις ανάγκη να το κάνεις αυτό, μη χάσεις αυτή την ευκαιρία.
Λοιπόν, θα κάνω μία προσευχή. Η προσευχή δεν απαιτεί να κλείσεις τα μάτια ή να σκύψεις το κεφάλι ή να σηκώσεις τα χέρια ή οτιδήποτε άλλο. Τίποτε τέτοιο. Είναι η στάση της καρδιάς σου, που λέει στον Θεό: “Θεέ, παράκουσα τον νόμο Σου. Σε απομάκρυνα από κοντά μου. Τώρα θέλω να επιστρέψω και να δεχτώ την πληρωμή της ποινής μου από Σένα”. Αν νιώθεις πως χρειάζεσαι κάτι τέτοιο, πες αυτά τα λόγια: “Κύριε Ιησού, σε χρειάζομαι. Σε ευχαριστώ που πέθανες στον σταυρό για μένα. Σου ζητώ να έρθεις μέσα στη ζωή μου, και να με κάνεις τον άνθρωπο που Εσύ θέλεις. Αμήν”.
Τώρα, αν ειλικρινά είπες αυτά τα λόγια μέσα από την καρδιά σου, έχεις αρχίσει την πιο συναρπαστική σχέση που είχες ποτέ – μια βιωματική σχέση με τον Θεό. Και δεν περιορίζεται στην προσευχή. Η σχέση με τον Θεό αναπτύσσεται και εξελίσσεται. Σε οδηγεί να εμπιστεύεσαι καθημερινά τον Θεό, προσπαθώντας να κάνεις όχι απαραίτητα αυτό που θέλεις ή αυτό που νιώθεις ότι είναι καλό, αλλά αυτό που πιστεύεις πως ο Θεός θέλει να κάνεις.
Νομίζω πως η αλήθεια της χριστιανικής πίστης επικεντρώνεται στη χάρη του Θεού. Ξέροντας πως δεν μπορούμε να φτάσουμε την τελειότητα του Θεού, μπορούμε να βασιστούμε στη συγχώρηση Του. Ο στόχος είναι το να περπατάμε στον δρόμο Του, αν και πολλές φορές θα αποτύχουμε. Κάνουμε λάθη, αλλά συνεχίζουμε, προσπαθούμε να εμπιστευθούμε τη χάρη του Θεού. Προσευχόμαστε. Διαβάζουμε την Αγία Γραφή. Προσπαθούμε να καταλάβουμε τι θέλει ο Θεός από μας. Κάποια μέρα φτάνουμε στην ειρήνη. Ίσως να μη βιώσουμε την τέλεια ειρήνη μέχρι να φτάσουμε στον παράδεισο, αλλά τότε η ειρήνη είναι αιώνια».
Η αιώνια ζωή είναι ένα δώρο του Θεού σε αυτούς που πιστεύουν στον Ιησού Χριστό.
Ο Ιησούς είπε: «Όποιος δέχεται τα λόγια μου και πιστεύει σ’ Αυτόν που με έστειλε, έχει κιόλας την αιώνια ζωή, και δεν θα αντιμετωπίσει την τελική κρίση, αλλά έχει κιόλας περάσει από τον θάνατο στη ζωή».
Ο ευαγγελιστής Ιωάννης γράφει: «Ο Θεός μάς χάρισε την αιώνια ζωή, κι αυτή η ζωή υπάρχει στην κοινωνία με τον Υιό Του. Όποιος έχει τον Υιό, αυτός μόνο έχει τη ζωή˙ όποιος δεν έχει τον Υιό του Θεού, αυτός δεν έχει ούτε τη ζωή. Αυτά τα έγραψα σ’ εσάς που πιστεύετε στο όνομα του Υιού του Θεού, για να ξέρετε πως έχετε την αιώνια ζωή».
Ο Ιωάννης ο Χρυσόστομος γράφει: «Είναι μεγάλη η δύναμη της ελπίδας στον Κύριο, φρούριο ακατάκτητο, τείχος απόρθητο, συμμαχία ακατάβλητη, λιμάνι γαλήνιο, πύργος ανίκητος, όπλο αήττητο, δύναμη ακαταμάχητη, που βρίσκει διέξοδο και μέσα στα αδιέξοδα. Με αυτήν άοπλοι νίκησαν οπλισμένους, και γυναίκες νίκησαν άνδρες, και παιδιά αναδείχτηκαν με μεγάλη ευκολία πιο δυνατά από τους εκπαιδευμένους για πόλεμο. Και γιατί να είναι αξιοθαύμαστο που νίκησαν αντιπάλους, από τη στιγμή που επικράτησαν στον ίδιο τον κόσμο; Γιατί τα στοιχεία του κόσμου αγνόησαν την ίδια τους τη φύση, και μεταβλήθηκαν σε κάτι χρήσιμο για εκείνους, και τα θηρία δεν ήταν πια θηρία, ούτε το καμίνι ήταν πια καμίνι. Γιατί η ελπίδα στον Θεό μεταμορφώνει τα πάντα».