Συχνά υπάρχει σύγχυση ανάμεσα στις έννοιες της αγάπης και του έρωτα, καθώς οι λέξεις αυτές χρησιμοποιούνται πολλές φορές με τρόπο που δηλώνει ότι μπορεί να έχουν την ίδια σημασία. Ωστόσο στην πραγματικότητα οι συγκεκριμένες λέξεις δηλώνουν διαφορετικές έννοιες, και είναι σημαντικό να κάνει κανείς τη διάκριση μεταξύ τους.
Ο Φαίδων Καλοτεράκης, Υπεύθυνος του Κέντρου Θεραπείας Εξαρτημένων Ατόμων ΙΘΑΚΗ, γράφει:
«Δεν είναι εύκολο να δώσουμε έναν ορισμό της αγάπης. Είναι ίσως λιγότερο δύσκολο να μιλήσουμε για το τι δεν είναι. Για παράδειγμα, αντίθετα με το τι θεωρούν πολλοί, η αγάπη ΔΕΝ είναι συναίσθημα. Κατά τη γνώμη μου, η πιο επιτυχημένη απόπειρα ορισμού της είναι αυτή του Αμερικανού ψυχίατρου Scott Peck στο βιβλίο του “Ο δρόμος ο λιγότερο ταξιδεμένος” (Εκδόσεις «Κέδρος»).
Ο δρόμος του τίτλου δεν είναι άλλος από την αγάπη. Ο Peck στο βιβλίο του πραγματεύεται με αποτελεσματικό τρόπο τη φύση της, δίνοντας έμφαση σε διαδικασίες αυτογνωσίας και στις διαπροσωπικές σχέσεις. Γράφει ο Peck: “Ορίζω την αγάπη έτσι: Η θέληση του ανθρώπου να επεκτείνει τον εαυτό του με σκοπό να καλλιεργήσει τη δική του, ή ενός άλλου, πνευματική ανάπτυξη”.
Επεξηγώντας και υποστηρίζοντας τον ορισμό που έχει δώσει, ο Peck προχωράει σε πέντε συγκεκριμένα και σημαντικά σχόλια.
- Ορίζεται, κατά τον συγγραφέα πάντα, η αγάπη ως μια συμπεριφορά με βάση τον σκοπό που φαίνεται να υπηρετεί, γιατί αυτό του έχει δείξει η κλινική του εμπειρία (η οποία φυσικά περιλαμβάνει και την αυτοπαρατήρηση).
- Η αγάπη είναι “μια παράδοξη κυκλική διαδικασία”. Με άλλα λόγια, “η πράξη της αγάπης είναι μια πράξη αυτο-ανέλιξης, ακόμα και όταν ο σκοπός της πράξης είναι η ανάπτυξη κάποιου άλλου”.
- Συνεπώς ο ορισμός της αγάπης περιέχει τόσο την αγάπη για τον άλλον, όσο και την αγάπη για τον εαυτό μας: “Δεν είμαστε ικανοί να αγαπήσουμε έναν άλλον, παρά μόνον αν αγαπάμε τον εαυτό μας, ακριβώς όπως είμαστε ανίκανοι να διδάξουμε στα παιδιά μας αυτοπειθαρχία, αν δεν είμαστε οι ίδιοι αυτοπειθαρχημένοι”.
- Η αγάπη θέλει κόπο, προπόνηση, άσκηση, δουλειά, προσπάθεια: “Η πράξη της επέκτασης των ορίων μας προϋποθέτει προσπάθεια. Επεκτείνουμε τα όριά μας μόνο όταν τα υπερβαίνουμε, και η υπέρβαση των ορίων απαιτεί προσπάθεια”.
- Η αγάπη δεν είναι επιθυμία αλλά δράση: “Η επιθυμία να αγαπάς δεν είναι καθαυτή αγάπη. Αγάπη είναι ό,τι κάνει η αγάπη. Αγάπη είναι μια πράξη θέλησης –δηλαδή, και επιδίωξη και δράση. Η θέληση προϋποθέτει επιλογή. Δεν είμαστε υποχρεωμένοι να αγαπάμε. Διαλέγουμε να αγαπάμε”.
Η αποσαφήνιση της έννοιας της αγάπης είναι απαραίτητη τόσο για την προσωπική μας ανάπτυξη όσο και για τις σχέσεις μας με τους άλλους. Συμμαρτυρώντας με τον λόγο του Peck, θέλω να καταθέσω και εγώ από την πλευρά μου ότι στην ψυχοθεραπευτική μου πρακτική έχω συναντήσει πολλούς ανθρώπους να ταλανίζονται εξ αιτίας μιας λανθασμένης κατανόησης της έννοιας της αγάπης. Πολλοί από μας βασανιζόμαστε λόγω του ότι συγχέουμε την αγάπη με τον έρωτα, καθώς δυσκολευόμαστε να αντιληφθούμε ότι η αγάπη είναι επιλογή ενώ ο έρωτας συναίσθημα.
Για τη σύγχυση ανάμεσα στις έννοιες «αγάπη» και «έρωτας», ο Peck πολύ εύστοχα επισημαίνει τα εξής:
“Από όλες τις λανθασμένες αντιλήψεις για την αγάπη η πιο δυνατή και η πιο διαβρωτική είναι η πίστη ότι «το να ερωτεύεσαι» είναι αγάπη ή τουλάχιστον μία από τις εκδηλώσεις αγάπης. Αυτή η λανθασμένη αντίληψη είναι ισχυρή, γιατί βιώνεται υποκειμενικά πολύ έντονα ως μια εμπειρία αγάπης. Όταν ένα άτομο ερωτεύεται, αυτό που σίγουρα αισθάνεται είναι «τον αγαπώ» ή «την αγαπώ». Αλλά δύο προβλήματα φανερώνονται αμέσως. Το πρώτο είναι ότι η εμπειρία του να ερωτεύεται κανείς είναι μια ερωτική εμπειρία, που συνδέεται συγκεκριμένα με τη γενετήσια ορμή. Δεν ερωτευόμαστε τα παιδιά μας, ακόμα και αν τα αγαπάμε πολύ βαθιά. Δεν ερωτευόμαστε τους φίλους μας του ίδιου γένους –εκτός αν έχουμε ομοφυλοφιλικές τάσεις–, ακόμα και αν νοιαζόμαστε πολύ γι᾽ αυτούς. Ερωτευόμαστε μόνο όταν συνειδητά ή ασυνείδητα παρακινούμαστε από σεξουαλικά κίνητρα. Το δεύτερο πρόβλημα είναι ότι η εμπειρία του να είσαι ερωτευμένος είναι πάντοτε πρόσκαιρη. Άσχετα με το ποιον ερωτευόμαστε, αργά ή γρήγορα θα σταματήσουμε να νιώθουμε ερωτευμένοι, αν η σχέση συνεχιστεί για αρκετό διάστημα. Με αυτό δεν θέλουμε να πούμε ότι πάντοτε παύουμε να αγαπάμε το πρόσωπο με το οποίο είμαστε ερωτευμένοι, αλλά ότι το συναίσθημα της εκστατικής αγάπης που χαρακτηρίζει την εμπειρία του ερωτευμένου παρέρχεται πάντοτε. Ο μήνας του μέλιτος πάντοτε τελειώνει. Το άνθος του ρομάντζου πάντοτε μαραίνεται”.
Έρωτας και συντροφική σχέση
Είναι όμως αλήθεια ότι ο έρωτας δεν είναι απλά ένα συναίσθημα, αλλά είναι το πιο δυνατό και κυριαρχικό απ᾽ όλα τα συναισθήματα. Επειδή ακριβώς συνδέεται με τη σεξουαλικότητά μας, είναι και το πιο επιδραστικό στη συμπεριφορά μας. Αποτελεί πηγή ενέργειας και κινητήριο δύναμη για πολλά από αυτά που κάνουμε ή σκεφτόμαστε. Έχει κάτι το μεθυστικό και μεγαλειώδες συνάμα το να χάνεις τον έλεγχο, καθώς στροβιλίζεσαι στη δίνη του έρωτα, χωρίς να ξέρεις όλο αυτό πού θα σε βγάλει («θα πάω, και ας μου βγει και σε κακό»).
Τρανή απόδειξη της επιδραστικότητας του έρωτα στην ανθρώπινη περιπέτεια είναι το μέγεθος, ο όγκος του καλλιτεχνικού έργου που έχει παραχθεί εξαιτίας του και στο όνομά του. Εκατομμύρια τραγούδια, χιλιάδες εικαστικά και λογοτεχνικά έργα, όλα για χάρη του! Ο έρωτας είναι το συναίσθημα που μας αγγίζει μέσα μας στα πιο μύχια και βαθιά σημεία και μας ξεσηκώνει, που μπορεί να μας οδηγήσει στη δημιουργία ή την καταστροφή. Είναι το συναίσθημα που ακόμη και στις πιο σκοτεινές και δύσκολες ώρες έχει τη δυνατότητα να μας θυμίσει ότι εκεί έξω υπάρχει, τελικά, φως και ζωή…
Πιθανολογώ ότι θα ήταν δύσκολο να συνυπάρξουμε με κάποιον άλλον, και μάλιστα σε βάθος χρόνου, αν δεν υπήρχε ο έρωτας σαν διευκολυντής, ειδικά στο ξεκίνημα μιας σχέσης. Από την άλλη, τολμώ να προσθέσω ότι ο έρωτας στο πλαίσιο των διαπροσωπικών σχέσεων είναι μάλλον υπερτιμημένος. Γιατί ο έρωτας είναι τεμπέλικος, ενώ η αγάπη θέλει προσπάθεια…
Πολλές φορές χρειάζεται να πάω κόντρα σε αυτό που νιώθω και αισθάνομαι, για να λειτουργήσω αγαπητικά. Υποτάσσω λοιπόν το συναίσθημά μου, κάποτε και τη λογική μου, στην αγαπητική επιλογή, και δρω ανάλογα. Πώς αλλιώς μπορώ να θέλω το καλό του εχθρού μου, για τον οποίο νιώθω μίσος; Η εντολή είναι ξεκάθαρη: να αγαπήσω μέχρι και τον εχθρό μου. Δεν μου είναι δυνατόν να αισθανθώ κατ᾽ εντολή, να νιώσω κατόπιν διαταγής. Καλούμαι όμως να κάνω την υπέρβαση της αγαπητικής επιλογής άσχετα με το συναίσθημά μου. Όπως λέει και ο Peck: “Η αυθεντική αγάπη είναι βουλητική και όχι συναισθηματική. Το πρόσωπο που αληθινά αγαπά το κάνει επειδή πήρε μια απόφαση να αγαπά”.
Εδώ ακριβώς έγκειται και η μοναδικότητα της συντροφικής σχέσης. Συνδυάζει το πιο δυνατό συναίσθημα, τον έρωτα, με την πιο σημαντική για την ύπαρξή μας επιλογή, την αγάπη. Μόνο ο σύντροφος μπορεί να είναι φίλος και εραστής ταυτόχρονα.
Έχει τέτοια βαρύτητα η συντροφική σχέση στο θεϊκό σχέδιο, που στον Κανόνα της Αγίας Γραφής υπάρχει ένα υπέροχο ερωτικό ποίημα, το “Άσμα Ασμάτων”. Και ναι, είναι ένα ατόφιο τραγούδι έρωτα και αγάπης. Η συμβολική ερμηνεία, ότι αναφέρεται δηλαδή στον Θεό και τον λαό Ισραήλ ή την Εκκλησία, είναι μεταγενέστερη, ήρθε με τα χρόνια. Παρόλο που η εικόνα του Χριστού και της Εκκλησίας ως γαμπρού και νύφης υπάρχει στην Καινή Διαθήκη –μέγα μυστήριο–, στην περίπτωση του “Άσματος των Ασμάτων” εμφανίζεται πολύ αργότερα ως ερμηνεία. Ίσως σε μια προσπάθεια διαχείρισης της αμηχανίας που πιθανόν δημιουργεί η παρουσία ενός ερωτικού τραγουδιού στον βιβλικό Κανόνα.
Είναι τόσο σημαντική η συντροφική σχέση, που ο Δημιουργός, θεωρώντας ότι δεν είναι καλό ο άνθρωπος να είναι μόνος, πλάθει σύντροφο (και όχι βοηθό, όπως κάποιες μεταφράσεις αποδίδουν τον αντίστοιχο εβραϊκό όρο). Γι᾽ αυτή τη σύντροφο θα αφήσει ο άντρας τον πατέρα του και τη μητέρα του, για να “προσκολληθεί” πάνω της (το βρίσκω ενδιαφέρον ότι τα Θεία Γράμματα μιλούν για τον άντρα που αφήνει τους γονείς του, και όχι για τη γυναίκα, σαν, κατά κάποιον τρόπο, μια προειδοποίηση σε όλους τους “μαμάκηδες” εκεί έξω!)
Τον πρώτο καιρό της γνωριμίας με τη γυναίκα μου και με “δαγκωμένη τη λαμαρίνα” είχα τη νηφαλιότητα να πω στον εαυτό μου ότι “μ᾽ αυτόν τον άνθρωπο θέλω να γεράσω”. Τώρα και εκ των υστέρων, επιβεβαιώνω τη σοφία αυτής της σκέψης. Τα παιδιά μας είναι δανεικά, αυτό που καθορίζει το μεγαλύτερο μέρος της ενήλικης ζωής μας και των πιο σοβαρών επιλογών μας είναι η συντροφική μας σχέση. Μια σχέση που, αν και εμπεριέχει έντονα το ερωτικό στοιχείο, έχει τις βάσεις της πάνω στην αγάπη ως επιλογή. Είχαν δίκιο οι παλιοί που εύχονταν “ένα καλό συναπάντημα”».1Από το βιβλίο του Φαίδωνα Καλοτεράκη, Η αγάπη στο τέλος (εκδόσεις «Αρχονταρίκι»).
Ο Ιωάννης ο Χρυσόστομος γράφει: «Η ομορφιά του σώματος, όταν δεν είναι σταθερά συνδεμένη με την αρετή της ψυχής, θα μπορέσει να κατακτήσει τον άνδρα και είκοσι και τριάντα ημέρες, περισσότερο όμως δεν θα προχωρήσει, αλλά φανερώνοντας την κακία, θα ακυρώσει κάθε ερωτική γοητεία. Όσες όμως λαμποκοπούν από την ομορφιά της ψυχής, όσο περισσότερο περνάει ο καιρός, και φανερώνουν έμπρακτα την εσωτερική τους ευγένεια, τόσο περισσότερο κάνουν εξαιρετικά θερμότερο τον έρωτα στους άνδρες τους, και διεγείρουν την αγάπη τους προς αυτές. Όταν υπάρχει αυτό, και έχει εδραιωθεί μια θερμή και γνήσια φιλία, εκδιώκεται κάθε είδος πορνείας, και δεν θα εμφανιστεί ούτε καν κάποια σκέψη ακολασίας σ’ εκείνον που αγαπάει τη γυναίκα του, αλλά επιμένει συνεχώς να δείχνει τρυφερή αγάπη στη δική του, προσελκύοντας με την αυτοκυριαρχία του τον Θεό σε ευνοϊκή διάθεση και προστασία για ολόκληρο το σπιτικό του».2Ιωάννης Χρυσόστομος, Ἐγκώμιον εἰς Μάξιμον καὶ περὶ τοῦ ποίας δεῖ ἄγεσθαι γυναῖκας 5, Patrologia Graeca 51.232.63-233.10: Ἡ μὲν γὰρ τοῦ σώματος εὐμορφία, ὅταν μὴ συνεζευγμένην ἔχῃ τὴν τῆς ψυχῆς ἀρετὴν, καὶ εἴκοσι καὶ τριάκοντα ἡμέρας δυνήσεται τὸν ἄνδρα ἑλεῖν, περαιτέρω δὲ οὐ προβήσεται, ἀλλὰ δείξασα τὴν κακίαν, ἅπαν καταλύσει τὸ φίλτρον· αἱ δὲ τῷ κάλλει τῆς ψυχῆς καταλάμπουσαι, ὅσῳπερ ἂν ὁ χρόνος προΐῃ, καὶ πεῖραν τῆς οἰκείας εὐγενείας παρέχωσι, τοσούτῳ μάλιστα θερμότερον τοῖς οἰκείοις ἀνδράσι ποιοῦσι τὸν ἔρωτα, καὶ τὴν πρὸς αὐτὰς ἐξάπτουσιν ἀγάπην. Τούτου δὲ ὄντος, καὶ φιλίας μεταξὺ κειμένης θερμῆς καὶ γνησίας, ἅπαν ἐλαύνεται πορνείας εἶδος, καὶ οὐδὲ ἔννοιά τις ἀκολασίας τῷ φιλοῦντι τὴν ἑαυτοῦ γυναῖκά ποτε ἐμπεσεῖται, ἀλλὰ μένει διηνεκῶς τὴν ἑαυτοῦ στέργων καὶ διὰ τῆς σωφροσύνης τὸν Θεὸν ἐπισπώμενος εἰς τὴν τῆς οἰκίας ἁπάσης εὔνοιάν τε καὶ προστασίαν.